Ιανουαρίου 02, 2007

ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΙ ΕΦΗΒΩΝ - ΕΝΗΛΙΚΩΝ

Όλοι οι γονείς, και οι περισσότεροι γιατροί ενδιαφέρονται για τους εμβολιασμούς κατά την παιδική ηλικία. Μετά κάποια χρόνια ξεχνάνε τις επαναληπτικές δόσεις. Και όμως έχει μεγάλη σημασία η συνέχιση των εμβολιασμών στην εφηβεία αλλά και στην ενήλικο ζωή.
Μόνον έτσι επιτυγχάνεται φραγμός στη νόσο.

Τι χρειάζονται λοιπόν οι μεγαλύτερες ηλικίες;

1. Εμβόλιο κατά τετάνου, διφθερίτιδας (τύπου ενήλικα), ακυτταρικό κοκκύτη (Td/Tdap). Ενήλικες με αβέβαιο ιστορικό εμβολιασμού, λαμβάνουν πλήρη σειρά εμβολίων: 3 δόσεις. Τις 2 πρώτες με μεσοδιάστημα 4 εβδομάδων και την τρίτη μετά 6–12 μήνες από τη δεύτερη. Σε ενήλικες με προηγηθείσα πλήρη σειρά εμβολίων, χορηγείται μία αναμνηστική δόση αν η τελευταία είχε γίνει προ 10ετίας και πλέον. Χρησιμοποιείται είτε το Τdap (αντικαθιστά 1 δόση Τd) είτε το Td. Σε έγκυο με τελευταίο εμβολιασμό πάνω από 10 χρόνια χορηγείται το Td (2ο ή 3ο τρίμηνο). Σε έγκυο που έλαβε τη τελευταία δόση σε διάστημα μικρότερο των 10 χρόνων, χορηγείται το Tdap αμέσως μετά τον τοκετό. Μία δόση Tdap συνιστάται μετά τον τοκετό, σε άτομα με επαφή με βρέφη μικρότερα των 12 μηνών, καθώς και σε όλους τους εργαζόμενους σε τομείς υγείας. Στις περιπτώσεις αυτές το ελάχιστο μεσοδιάστημα από την προηγούμενη χορήγηση του διπλού μόνο (Td), μπορεί να είναι μόλις 2 χρόνια. Αυτά αφορούν το εμβόλιο που κυκλοφορεί στις ΗΠΑ και άλλες χώρες.
Στη χώρα μας κυκλοφορεί σκεύασμα που περιέχει και εμβόλιο πολιομυελίτιδας (Boostrix-Polio), και πολύ σύντομα θα κυκλοφορήσει και δεύτερο με την ίδια σύνθεση (Repevax). Ένδειξη και των δύο είναι η αναμνηστική δόση σε παιδιά πάνω των 12 χρόνων.
2. Εμβόλιο κατά του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV). Συνιστάται για όλες τις γυναίκες μικρότερες των 26 χρόνων (για το υπάρχον εμβόλιο Gardasil). Καλύτερα είναι το εμβόλιο να χορηγείται πριν την πιθανή έναρξη σεξουαλικών επαφών. Ωστόσο, και γυναίκες σεξουαλικά δραστήριες οφείλουν να εμβολιάζονται. Συνιστώνται 3 δόσεις (0, 2, 6 μήνες). Το εμβόλιο δεν συνιστάται κατά τη διάρκεια της κύησης. Αν έχει χορηγηθεί κάποια δόση και στη συνέχεια γίνει αντιληπτή η εγκυμοσύνη, τότε οι υπόλοιπες δόσεις χορηγούνται μετά τον τοκετό.
3. Εμβόλιο ιλαράς, παρωτίτιδας, ερυθράς (MMR). Όλοι οι επίνοσοι ενήλικες λαμβάνουν 2 δόσεις. Το εμβόλιο δεν χορηγείται σε πάσχοντες από HIV με σοβαρή ανοσοκαταστολή. Δεν χορηγείται επίσης στην κύηση, ενώ η κύηση επιτρέπεται μετά ένα μήνα και πλέον από τον εμβολιασμό. Τυχαία χορήγηση σε έγκυο δεν συνιστά λόγο διακοπής κύησης.
4. Εμβόλιο κατά της ανεμευλογιάς. Όλοι οι επίνοσοι ενήλικες πρέπει να λάβουν 2 δόσεις εμβολίου. Ειδική μέριμνα λαμβάνεται για εμβολιασμό των εξής ομάδων: εργαζόμενοι τομέα υγείας, μέλη οικογένειας ανοσοκατασταλμένων, επαγγέλματα με μεγάλη επαφή με παιδιά, εργαζόμενοι σε ιδρύματα, φοιτητές, στρατιωτικοί. Δεν χορηγείται στις εγκυμονούσες.
5. Εμβόλιο κατά της γρίπης. Σε άτομα με: χρόνιες παθήσεις αναπνευστικού και καρδιαγγειακού συστήματος (και άσθμα), χρόνια μεταβολικά νοσήματα (και διαβήτης), νεφρική δυσλειτουργία, αιμοσφαιρινοπάθειες, ανοσοκαταστολή, παθήσεις που μπορεί να επηρεάσουν το αναπνευστικό (πχ τραύματα σπονδυλικής στήλης, σπασμοί, νευρομυικές παθήσεις κλπ), ασπληνία. Επίσης σε: εργαζόμενους στον τομέα υγείας, σε εργαζόμενους σε ιδρύματα χρονίως πασχόντων, στους τροφίμους των ιδρυμάτων αυτών, σε άτομα μεγαλύτερα των 60 χρόνων, σε άτομα έως 50 χρόνων χωρίς προδιαθετικούς παράγοντες αλλά που επιθυμούν να προφυλαχθούν από τη γρίπη.
6. Εμβόλιο κατά του πνευμονιοκόκκου (απλό πολυσακχαριδικό). Σε άτομα με: χρόνιες παθήσεις αναπνευστικού και καρδιαγγειακού συστήματος (όχι άσθμα), χρόνια μεταβολικά νοσήματα (και διαβήτης), χρόνια νεφρική ανεπάρκεια ή νεφρωσικό σύνδρομο, χρόνια ηπατοπάθεια, λειτουργική ή ανατομική ασπληνία, αιμοσφαιρινοπάθειες, ανοσοκαταστολή, HIV (εμβολιασμός όσο το δυνατόν εγγύτερα σε υψηλούς τίτλους CD4 κυττάρων), λευχαιμία, λέμφωμα, ν. Hodgkin, πολλαπλούν μυέλωμα, μεταμοσχεύσεις, χημειοθεραπεία, κοχλιακά εμφυτεύματα. Σε εργαζόμενους και τρόφιμους ιδρυμάτων. Σε όλα τα άτομα πάνω των 65 χρόνων. Επανάληψη μετά 5 χρόνια για όλα τα άτομα υψηλού κινδύνου. Για τα πάνω των 65 χρόνων άτομα επανάληψη μόνον όταν η προηγούμενη δόση έγινε σε ηλικία μικρότερη των 65 χρόνων.
7. Εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας Α. Σε άτομα με χρόνια ηπατοπάθεια και σε λήπτες παραγόντων πήξεως. Σε ομοφυλόφιλους και χρήστες ναρκωτικών. Σε εργαζόμενους σε επικίνδυνους για ηπατίτιδα Α τομείς υγείας. Σε ταξιδιώτες σε ενδημικές περιοχές. Γίνεται σε δύο δόσεις: 0, 6-12 ή 0, 6-18 (αναλόγως του σκευάσματος). Σε συνδυασμένο εμβόλιο (Α+Β) η δοσολογία είναι 0, 1, 6 μήνες.
8. Εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας Β. Άτομα με: τελικό στάδιο νεφρικής ανεπάρκειας (+αιμοδιύλιση), σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, HIV, χρόνια ηπατοπάθεια, λήψη παραγόντων πήξεως. Επίσης: εργαζόμενοι τομέα υγείας, άτομα με πολλούς σεξουαλικούς συντρόφους, ομοφυλόφιλοι, χρήστες ναρκωτικών, άτομα οικογένειας φορέα, σεξουαλικοί σύντροφοι φορέα, εργαζόμενοι και τρόφιμοι ιδρυμάτων. Για ενήλικες σε αιμοδιύλιση ή σε ανοσοκαταστολή, η 1 δόση είναι 40 µg/mL.
9. Εμβόλιο κατά του μηνιγγιτιδοκόκκου. Ενήλικες με ανατομική ή λειτουργική ασπληνία, και με ανεπάρκεια τελικών συστατικών συμπληρώματος. Επίσης: φοιτητές, μικροβιολόγοι, στρατεύματα, ταξιδιώτες σε ενδημικές περιοχές. Για άτομα με τις προηγούμενες ενδείξεις και ηλικίας μικρότερης των 55 χρόνων προτιμάται το συζευγμένο εμβόλιο, αν και το απλό πολυσακχαριδικό είναι επίσης αποδεκτό. Απαιτείται επανεμβολιασμός μετά 5 χρόνια σε ενήλικες που εμβολιάσθηκαν με το απλό πολυσακχαριδικό και συνεχίζουν να είναι σε υψηλό κίνδυνο για μηνιγγιτιδοκοκκική λοίμωξη.

10. Επιλεγμένες περιπτώσεις όπου μπορεί να χρησιμοποιηθεί το συζευγμένο εμβόλιο κατά του Haemophilus influenzae type b (Hib). Το συζευγμένο εμβόλιο κατά του Hib συνιστάται μέχρι την ηλικία των 6 χρόνων. Δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για τη χρήση του εμβολίου σε μεγαλύτερα παιδιά και ενήλικες. Ωστόσο, μελέτες δείχνουν καλή αντιγονικότητα σε ασθενείς με δρεπανοκυτταρική αναιμία, σπληνεκτομή, λευχαιμία, HIV. Χορήγηση του εμβολίου σ΄αυτές τις ομάδες δεν αντενδείκνυται.



MMWR, 2006

Δεν υπάρχουν σχόλια: